Στο παγκάκι 9

Παγκάκι το Λινδιακό, το ξεκουραστικό. Μπορεί να βρίσκονται μες στον καυτό ήλιο, αλλά όποιος έχει επισκεφτεί τη Λίνδο γνωρίζει πόσο κουραστικό είναι να ανέβεις και να κατέβεις από την Ακρόπολη, οπότε καταλαβαίνει την επιλογή. Οι κυρίες τις φωτογραφίες, που στα μεσογειακά μου μάτια θα μπορούσαν να είναι αδερφές, ξαποσταίνουν στα παγκάκια περιμένοντας το λεωφορείο του γυρισμού και κρατώντας σακούλες με παγωμένα νερά. Το κάστρο της Λίνδου δεσπόζει στο βάθος, υποβλητικό και μεγαλοπρεπές.

Λίνδος ξανά και ξανά

Η αλήθεια είναι ότι η καθημερινότητά μου τελευταία είναι τόσο καλή, που δεν μπορώ να ξεχωρίσω περιστατικά ή στιγμές και να γράψω χωριστά γι αυτά. Ωστόσο, θεωρώ ότι έχω ένα χρέος απέναντι σε ένα μέρος της Ρόδου, για το οποίο δεν ξέρω πώς έχει συμβεί να μην έχω γράψει ακόμα. Τη Λίνδο! Νομίζω πως ο λόγος είναι πως την πρώτη φορά που την επισκέφτηκα δεν είχα ακόμα ανοίξει αυτό το blog και από τότε (αν εξαιρέσουμε την ανάβαση στα πέριξ βουνά με την Rhodes Outdoors), δεν είχα ξαναπάει ποτέ. Ας είναι καλά η φίλη Σπυριδούλα που ήρθε για διακοπές στο νησί και ξαναπήγα, έχοντας την ευκαιρία να μοιραστώ και να μεταδώσω την αγάπη και τον ενθουσιασμό μου για τη Λίνδο, αλλά και για όλο το νησί.

Λαξευμένη στο βράχο από την αρχαιότητα, μία τριήρης.

Η Λίνδος, λοιπόν, είναι ιδιαίτερα ξακουστή, καθώς πρόκειται για πολύ ιδιαίτερο και πολύ διαφορετικό χωριό από τα υπόλοιπα της Ρόδου. Το χωριό αυτό συμπυκνώνει κατά τη γνώμη μου όλη την ιστορία του νησιού, αφού όλοι όσοι κατοίκησαν εκεί άφησαν εμφανή σημάδια, αρχαίοι Έλληνες, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, Ιωαννίτες Ιππότες και Οθωμανοί. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές όταν ανέβει κανείς στην αρχαία Ακρόπολη της Λίνδου, που χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις εποχές ως διοικητήριο. Η άνοδος προς την Ακρόπολη, ειδικά το καλοκαίρι, είναι κάπως κουραστική, αλλά αξίζει πολύ τον κόπο, αφού ξετιλύγεται μπροστά σου όλη αυτή η ιστορία της. Ξεκινάς μέσα από το χωριό, στους στριφογυριστούς δρόμους ανάμεσα στα κατάλευκα- a la Κυκλάδες- σπιτάκια και τελικά παίρνεις την ανηφόρα προς αυτό που από μακρυά μοιάζει να είναι κάτι ανάμεσα σε φρούριο και αρχαίο μνημείο. Μπαίνοντας τελικά στον αρχαιολογικό χώρο, βρίσκεσαι μπροστά σε ένα αρχαίο πλοίο λαξευμένο στον βράχο, ανεβαίνεις τα μεταγενέστερα σκαλιά, περνάς μέσα από το ιπποτικό διοικητήριο και μετά μέσα από έναν αρχαίο ναό, βγαίνεις στα Προπύλαια, δεξιά σου βλέπεις το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη, φτάνεις στην Ακρόπολη και μετά… το απέραντο γαλάζιο! Απερίγραπτη θέα! Την πρώτη φορά που πήγαμε, με την Έφη, πρέπει να καθίσαμε τουλάχιστον 50 λεπτά αμίλητες, θαυμάζοντάς την. Όχι ότι πήγαμε πίσω με τη Σπυριδούλα, απλά ο ήλιος έκαιγε πολύ περισσότερο και επιτάχυνε την αποχώρηση. Πάντως, θα ξαναπάω άλλες δύο φορές στη Λίνδο, μες στις επόμενες δύο εβδομάδες, για να τη δουν και οι υπόλοιποι φιλοξενούμενοί μου.

Αρχαιοελληνικό, βυζαντινό, οθωμανικό και ιπποτικό σε τέλεια αναλογία.

Η Λίνδος φαίνεται να έχει πολύ ωραίες παραλίες τριγύρω, έτσι δείχνουν τουλάχιστον από την Ακρόπολη, όμως μας είχαν προειδοποιήσει ότι είναι αρκετά βρώμικες και εμφανώς πολυσύχναστες. Αποφασίσαμε να φύγουμε και να πάμε για μπάνιο στην Τσαμπίκα. Μου άρεσε πολύ λιγότερο από τις άλλες παραλίες του νησιού, ωστόσο είναι η μόνη αμμουδερή παραλία που έχω πάει ως τώρα. Και φυσικά, το γεγονός ότι την επισκέφτηκα με την αγαπημένη μου φίλη την έχει καταχωρήσει για πάντα σαν μία από τις πιο όμορφες εμπειρίες στο νησί. Στη Σπυριδούλα αφιερώνεται και το post και η τελική φωτογραφία του απέραντου πελάγους, όπως φαίνεται από την Ακρόπολη.

Το Αιγαίο μας, από τη Λίνδο.

Μία εξερεύνηση που δεν πήγε καθόλου καλά

Μέσα στην εβδομάδα που πέρασε είχαμε δει την ανακοίνωση: η Rhodes Outdoors θα διοργάνωνε μία ημερήσια ορειβατική εκδρομή πάνω από τη Λίνδο. Συνήθως η ομάδα διοργανώνει διήμερες εξορμήσεις τα Σαββατοκύριακα, με διαμονή σε σκηνές. «Διαδρομή εύκολη και με ωραία θέα», έγραφε η αφίσα, στην οποία ήδη διαφαινόταν ότι κάτι πάει στραβά: δε συμφωνούσαν η ημέρα με την ημερομηνία (Κυριακή 24 Μαρτίου, έγραφε, αντί για Κυριακή 25). Προσωπικά ήθελα πολύ να πάω, είχα κρατήσει ότι πρόκειται για ορειβατική εκδρομή, ωστόσο αρκετός κόσμος έφτασε σίγουρος ότι πρόκειται για πεζοπορική. Δεν γνωρίζω αν μεταδόθηκε κάπως διαφορετικά από άλλα μέσα που έγραψαν για την πρόσκληση της ομάδας, γιατί ενημερώθηκα αποκλειστικά μέσω Facebook.

Η θέα από το σημείο συνάντησης, περιμένοντας τους υπεύθυνους να καταφθάσουν...

Φτάσαμε, λοιπόν, στο σημείο συνάντησης 15 λεπτά πριν τις 10:00 π.μ., πράγμα αρκετά βάρβαρο για πρωινό Κυριακής, θεωρήσαμε ωστόσο ότι άξιζε τον κόπο. Μας είχαν επιστήσει μάλιστα την προσοχή, να μην μπερδευτούμε με την αλλαγή της ώρας και αργήσουμε. Μετά από λίγο έφτασε άλλος ένας. Κανένας από τους διοργανωτές δεν εμφανίστηκε στην ώρα του. Κατά τις 10:10-10:15 εμφανίστηκε ένας, χωρίς να μας ειδοποιήσει για το τι ακριβώς συμβαίνει και άργησε ή γιατί δεν ξεκινάμε. Κάποια στιγμή πήρε το αυτί μας ότι περιμένουμε έναν Θανάση. Δεν ενημερωθήκαμε ότι κάποιους περιμένουμε, δεν ερωτηθήκαμε αν θέλουμε να περιμένουμε, δεν μιλούσαν παρά μόνο όσοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Τελικά αποδείχτηκε ότι τον Θανάση έπρεπε να τον περιμένουμε, γιατί αυτός θα ήταν ο οδηγός μας. Ο Θανάσης εμφανίστηκε όταν ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε, στις 10:59, γιατί κάποιος από την παρέα του είχα μπερδέψει την ώρα! Δεν ζήτησε συγνώμη, δε συστήθηκε, δε μας χαιρέτησε, παρά μόνο μας παρότρυνε να τον χειροκροτήσουμε!

Η συνέχεια ήταν ακόμα χειρότερη. Ο Θανάσης έτρεχε μπροστά χωρίς να κοιτάζει πίσω, χωρίς να υπολογίζει το ρυθμό της ομάδας, χωρίς να έχει κανένα άγχος για το αν η ομάδα τα καταφέρνει. Υπενθυμίζω ότι η συντριπτική πλειοψηφία είχε έρθει προετοιμασμένη για πεζοπορία κι όχι για ορειβασία, οπότε μάλλον χρειαζόταν μία επιπλέον προσοχή. Κάποιος από την ομάδα ωστόσο, έκανε μέχρι κάποια ώρα αυτό που οφείλουν οι διοργανωτές, δηλαδή έμενε στα τέλος. Ο Θανάσης έφτανε πρώτος σε κάποιο σημείο, έκανε στάση για τσιγάρο και μόλις έφταναν οι τελευταίοι είχε ήδη τελειώσει το τσιγάρο του, σηκωνόταν και συνέχιζε, χωρίς να ακούει καμία από τις παρακλήσεις μας. Όσο για τις ερωτήσεις μας για το προς τα πού πάμε ήταν πολυάριθμες, αλλά απάντηση καμία. Απλά δεν απαντούσε, έκανε σαν να μην μας άκουγε. Μόνο κάποια στιγμή που μάλλον ο εκνευρισμός μας άρχισε να ξεφεύγει, μας απάντησε επιδεικτικά και με αέρα γνώστη: «Το μόνο που μπορείτε να ξέρετε είναι ότι ο βοράς είναι προς τα εδώ». Το μεσημέρι είχε αρχίσει να προχωράει αρκετά, δεδομένης και της καθυστέρησης της μία ώρας. Καθώς η ενημέρωσή μας ήταν ότι μέχρι το μεσημέρι θα έχουμε επιστρέψει, ρωτήσαμε πόσο προβλέπεται ακόμα να συνεχίσουμε. Μας απάντησε ότι έτσι όπως το βλέπει, δεν πειράζει να επιστρέψουμε και το απογευματάκι. Αποφασίσαμε 6 άτομα να φύγουμε. Δύο πιο έμπειρες κοπέλες αναγνώρισαν σημάδια από κάποιο μονοπάτι που μάλλον θα έβγαζε, αν υπολογίζαμε σωστά, πάνω από τα Βλυχά. Ο Θανάσης όχι μόνο δεν έδινε καμία πληροφορία, αλλά μας αποθάρρυνε γιατί θα ήταν λέει πολύ επικίνδυνο και φυσικά γιατί ως διοργανωτές θα όφειλαν να έρθει και κάποιος από αυτούς μαζί μας. Δεν ήρθε κανείς. Φύγαμε μόνες μας ακολουθώντας το πραγματικά πολύ πιο βατό μονοπάτι και φτάσαμε μετά από μιάμιση ώρα στα αμάξια. Σύνολο ωρών: τέσσερις.

Δεν ξέρω πραγματικά τι σχόλιο να κάνω για τη διοργάνωση αυτή. Δεν ήταν απλά κακή, ήταν επικίνδυνη. Και οι διοργανωτές πολύ αγενείς. Δεν σταματήσαμε να αισθανόμαστε ότι είχαμε παρεισφρήσει σε μία κλειστή παρέα με τα όλα της: καμία συζήτηση μαζί μας, private jokes, αδιάφορη αλλά και αλαζονική προς όσους δε γνώριζε ήδη. Ήταν σαν να τους ενοχλούσαμε. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό συνάδει με μία δράση που έχει ανακοινώσει σε όλη τη Ρόδο και έχει προσκαλέσει κόσμο να έρθει μαζί. Εγώ προσωπικά αποκόμισα τις χειρότερες εντυπώσεις.

Η περίεργη σπηλιά που συναντήσαμε στο δρόμο του γυρισμού.

Στο δρόμο του γυρισμού.

Ένα από τα περίεργα βραχώδη σημεία που βρήκαμε.